κατάληγε

κατάληγε
καταλήγω
leave off
pres imperat act 2nd sg
καταλήγω
leave off
imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Σάμος — I Αρχαίος επιγραμματοποιός (3ος αι. π.Χ.). Ηταν γιος του Χρυσόγονου, του συμβούλου του βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππου E’. Επειδή απόφευγε να κολακεύει το βασιλιά Φίλιππο, ο τελευταίος διέταξε να τον θανατώσουν (204 π.Χ.). Σύμφωνα με μαρτυρίες… …   Dictionary of Greek

  • σερενάτα — (serenata). Σύνθεση για τραγούδι και όργανα με την οποία, από τα τέλη του 17ου αι., τιμούνταν διάφορα πρόσωπα με την ευκαιρία εορταστικών εκδηλώσεων. Με την έννοια αυτή η σ. πήρε πολλές φορές την ευρύτητα του ορατόριου και της καντάτας. Αργότερα… …   Dictionary of Greek

  • σκήπτρο — Σύμβολο της βασιλικής εξουσίας. Με τον όρο αυτό χαρακτηριζόταν αρχικά, οποιαδήποτε απλή ράβδος, που χρησίμευε σαν στήριγμα στους γέρους και τους οδοιπόρους. Σταδιακά έγινε σύμβολο της εξουσίας των βασιλιάδων και από ένα απλό ξύλινο ραβδί… …   Dictionary of Greek

  • συμβολισμός — Λογοτεχνικό κίνημα που γεννήθηκε και επικράτησε στη Γαλλία μεταξύ 1885 και 1900 ως αντίδραση στον παρνασσισμό (παρνασσιακοί), που ήθελε μια ποίηση ουσιαστικά αντιπροσωπευτική της μορφής και των χρωμάτων, και στο νατουραλισμό, που υποστήριζε μια… …   Dictionary of Greek

  • Άκαμπα — (al−Aqabah). Πόλη (95.600 κάτ. το 2002) και εμπορικό λιμάνι της Ιορδανίας. Βρίσκεται στην άκρη του ομώνυμου κόλπου, στην περιοχή της Ερυθράς θάλασσας. Η Ά. αναπτύχθηκε ραγδαία τα τελευταία χρόνια με αποτέλεσμα ο πληθυσμός της από 1.700 κατ. στο… …   Dictionary of Greek

  • Σάκες — Οι Σκύθες του Εύξεινου Πόντου και της Κασπίας, πολεμικός νομαδικός λαός που κατοικούσε σε δάση και σπήλαια. Νικήθηκαν από τον Κύρο το Μεγάλο και υποτάχτηκαν από το Δαρείο A’. Πολέμησαν στο Μαραθώνα το 490 π.Χ., όπου κατέχοντας το μέσο της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”